- μεταξοϋφαντουργία
- η шёлкоткацкое производство
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μεταξοϋφαντουργία — η η τέχνη ή η βιομηχανία κατασκευής υφασμάτων από μετάξι. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεταξοϋφαντουργός. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδα Ακρόπολις] … Dictionary of Greek
Μπουχάρα — Πόλη (περ. 236.000 κάτ.), πρωτεύουσα της ομώνυμης περιοχής του Ουζμπεκιστάν. Η Μ. ιδρύθηκε τον 1o αι. μ.Χ. Το 709, που κατακτήθηκε από του Άραβες, ήταν κιόλας σημαντικό εμπορο βιοτεχνικό και πολιτιστικό κέντρο της Ασίας. Από τον 9o έως το 10o αι … Dictionary of Greek